Η ομιλία της Δήμητρας Κατσαρομήτσου στην εκδήλωση για το Βάλια Σεμερτζίδη

IMG_7935

Η ομιλία της Δήμητρας Κατσαρομήτσου

στην εκδήλωση για το Βάλια Σεμερτζίδη

 

«Ηθελα να ζωγραφίσω το λαό, ο οποίος διαμορφωνόταν κοντά μου, σαν τη ζύμη, μεταμορφωνόταν»… Σε αυτές τις γραμμές, ο Σεμερτζίδης στις συνομιλίες του με το Χρίστο Αλεξίου  αποτύπωσε την ουσία της τέχνης του.

Γεννημένος το 1911 στον Καύκασο, από πατέρα Ελληνα-Πόντιο και μητέρα Ρωσίδα-Καυκασιανή, ο Βάλιας Σεμερτζίδης μεγάλωσε σε περιβάλλον πολύ καλλιεργημένο, ενώ σημαδεύτηκε βαθιά από την επαφή του, με το ρώσικο λαό.

Το 1923 έρχεται στην Ελλάδα,  το  1928  φοιτά στη Σχολή Καλών Τεχνών του Ε.Μ.Π. και το 1932 έγινε μαθητής του Κωνσταντίνου Παρθένη, ο οποίος πριν απ’ όλα του έμαθε να «βλέπει», διδάσκοντάς τον επίσης ότι η ζωγραφική δεν είναι «καλλιγραφία» και ότι το σωστά προετοιμασμένο έργο πρέπει κυρίως να έχει «ψυχή».

Οπλισμένος με άριστη εκμάθηση της «τεχνικής», ο Σεμερτζίδης έθεσε στον εαυτό του το ερώτημα που μόνο ο ίδιος μπορούσε να απαντήσει: «Γιατί θέλω να ζωγραφίσω;»…

Η απάντηση που έδωσε εστιαζόταν στο τι στάση κρατάει κανείς απέναντι στη ζωή. Η αγάπη του Σεμερτζίδη για το λαό, η ένταξή του στο ΚΚΕ, ως το τέλος της ζωής του διαμόρφωσαν μέσα του το χρέος, να «μιλήσει» με το χρωστήρα του για τη ζωή και τον αγώνα των ανθρώπων.

«Διαφορετικά δεν χρειάζεται να ζωγραφίσω» εξομολογήθηκε στον Χρίστο Αλεξίου…

Το 1937, στο «Salon d’ Automne» στο Παρίσι, ο πίνακάς του με τίτλο «Ο Βράχος στο Αιγάλεω», στον οποίο συμπυκνωνόταν όλη η διδασκαλία του Παρθένη, κατέλαβε την πέμπτη θέση ανάμεσα σε 2.500 πίνακες, ενώ εκείνη η περίοδος «έκλεισε» με τον πίνακα «Ο Χορός του Ζαλόγγου», ο οποίος είναι συγκλονιστικός και από την άποψη των αντιλήψεων του Σεμερτζίδη , εκείνη την περίοδο, αλλά και για τη στάση του, καθώς με τον πίνακα εκείνο στάθηκε «απέναντι» τόσο στην ακαδημαϊκή ζωγραφική, όσο και στην επίσημη – κρατική άποψη.

Τον πίνακα αυτόν τον είχε στείλει στην Πανελλήνιο έκθεση Ζωγραφικής, ενώ στο ημερολόγιό του είχε σημειώσει πώς ήταν βέβαιος ότι θα απορριφθεί.

Στο πρώτο πλάνο ο Σεμερτζίδης είχε βάλει μια  μητέρα που δεν έριχνε το παιδί της στο φοβερό βάραθρο. Το δεύτερο πλάνο, το πίσω είναι ηρωικό. Πανύψηλες γυναίκες που χορεύουν και η μία βαστάει το παιδί της ψηλά και στέκεται πάνω από τον γκρεμό έτοιμη να το πετάξει.

«Εγώ πήρα μια στάση , κάνοντας αυτή την ανάλυση λέει στον Χρίστο Αλεξίου. Ότι μπορεί σε μια έξαρση να πετάξει μια μάνα το παιδί της για να μην πέσει στα χέρια του εχθρού. Αλλά όλες μπόρεσαν να το κάνουν καμιά δεν αντιστάθηκε δεν υπέκυψε στο μητρικό της αίσθημα να μην ρίξει το παιδί της στο βάραθρο?»

Μέχρι το 1940 παίρνει μέρος σε διάφορες εκδηλώσεις όπως την Πανελλήνιo Αθηνών στις εκθέσεις της ομάδας Πειραιωτών Καλλιτεχνών στο Δημοτικό θέατρο Πειραιώς.

Η καθοριστική περίοδος για τη ζωή του και την τέχνη του, ήταν η περίοδος της Αντίστασης, όταν ο Σεμερτζίδης ζήτησε να ανέβει στο Βουνό, και εντάσσεται στο Καλλιτεχνικό Συνεργείο του Γενικού Αρχηγείου του ΕΛΛΑΣ.

Ανεβαίνοντας αρχικά για να ζωγραφίσει τους αντάρτες, συγκλονίζεται από τη μεταμόρφωση ενός ολόκληρου λαού΄, που στα βουνά έθετε τα φύτρα της λαϊκής εξουσίας και οι πίνακές του της περιόδου εκείνης είναι η εικαστική απεικόνιση αυτής της λαϊκής εποποιίας.

Ζωγραφίζει το «Χορό του Σουκατζίδη», με μπροστάρη τον Ναπολέοντα Σουκατζίδη, που εκτελέστηκε μαζί με τους 200 συντρόφους του στην Καισαριανή, την Πρωτομαγιά του 1944.

Ο κρατούμενος στο Χαϊδάρι Σουκατζίδης, εκείνη τη φοβερή μέρα στεκόταν ως μεταφραστής δίπλα στον αξιωματικό που διάβαζε τα ονόματα. Ο πρώτος που άκουσε το όνομά του ήταν ένας εργάτης από την Καβάλα που είπε «παρών», έβγαλε το μαντήλι του, και πήγε μπροστά. Ακολούθησαν άλλοι και άρχισε ένας χορός. Οταν ο αξιωματικός διάβασε και το όνομα του Σουκατζίδη, ακολούθησε ένας διάλογος για να του χαριστεί η ζωή, και ο Ναπολέων αρνήθηκε κάτι τέτοιο, σημειώνοντας πως δεν θέλει να πάει κανείς άλλος στη θέση του. Ο αξιωματικός ηττημένος ηθικά, χαιρέτισε στρατιωτικά τον Ναπολέοντα, που πήρε τη θέση του στο χορό.

Στην Καισαριανή, την ώρα που τους έβγαζαν δέκα – δέκα οι υπόλοιποι χόρευαν και το χορό τραβούσε πάντα ο Σουκατζίδης, έως ότου στάθηκε στον τοίχο και ο ακριβός σύντροφος.

Στον πίνακα ο Σουκατζίδης είναι μπροστάρης στο χορό και ο Σεμερτζίδης εξηγεί στον Αλεξίου: «Ο μπροστάρης μπαίνει όχι τόσο για να παρασύρει τους άλλους, αλλά για να σχίσει το σκοτάδι»... Στον ίδιο πίνακα όλες οι μορφές είναι αποφασισμένες: «Εδώ η θέση, συνεχίζει ο Σεμερτζίδης, είναι καθαρά μαρξιστική. Δεν έχει εδώ ρομαντισμούς και φιλολογία. Είναι πια ο ήρωας μιας ορισμένης τάξης ανθρώπων κι αυτόν θέλω να προβάλλω, τον κομμουνιστή. Δεν είναι μόνο ο μεγάλος άνθρωπος, ο μεγάλος ήρωας, αλλά είναι κι ο κομμουνιστής κι αυτό εμένα με συνεπήρε. Αμφιβάλλω αν θα μπορούσε -αν και είχαμε τόσους ήρωες τότε- να σταθεί έτσι μπροστά στους Γερμανούς, ένας άνθρωπος που δεν είχε σαφή συνείδηση της θέσης του και του αντιπάλου με το ντουφέκι που είχε μπροστά του, συνείδηση τόσο σαφή όσο μπορούσε να έχει ένας μαρξιστής και μάλιστα στο ύψος του Σουκατζίδη».

Βαθιά διαλεκτικός ο Βάλιας Σεμερτζίδης κατόρθωσε να φθάσει και να απεικονίσει την ουσία της Αντίστασης, που ήταν ότι ο λαός όχι μόνο δεν γονάτισε, αλλά κατάφερε και να «ξεκολλήσει» τον τροχό της Ιστορίας, ενώ ταυτόχρονα ακριβώς αυτόν τον αγώνα, ο ζωγράφος τον έθεσε ως κριτήριο συμμετοχής στην κοινή πάλη.

«Η πεποίθηση που ανέπτυξα, λέει ο Σεμερτζίδης,  ότι ο λαός είναι δυνατός, ότι δεν νικιέται, διαπερνάει όλες μου τις συνθέσεις, έστω κι αν πρόκειται για ένα πεινασμένο παιδί. Δεν κλαψουρίζει, δεν ζητάει έλεος, στέκεται απέναντί σου και με μια τραγική ματιά σε καθηλώνει και σε κρίνει. Η καθημερινή πραγματικότητα ήταν ότι περπατάγαμε στους δρόμους και άκουγες: «Πεινάω, πεινάω!»… Ζήταγαν βέβαια φαΐ, αλλά η βαθύτερη ουσία δεν ήταν αυτή, και ο καλλιτέχνης πρέπει να την αποκαλύψει. Ο λαός μπορεί, όχι αυτό το ίδιο το παιδάκι, αλλά κάποια άλλα παιδιά, κάποια άλλα Αετόπουλα, τρέχαν, μεταφέρανε μηνύματα, ακόμα και ντουφεκίζονταν».

Αυτή η αντίληψη οδήγησε τον Σεμερτζίδη σε εικαστικές «συνθέσεις» και όχι σε «ανατυπώσεις φωτογραφιών», ζωγραφίζει «τον» αντάρτη, «την» διαδήλωση «την» λαϊκή συνέλευση με έμφαση πάντοτε στην «κίνηση» προς τα μπρος.

«Και όταν εργάζεται ένας αγρότης, και συνεχίζω να τον κάνω εγώ σήμερα, μέσα μου είναι η μάχη που δίνει συνέχεια ο άνθρωπος. Χτες την έδωσε ενάντια στους Γερμανούς, σήμερα τη δίνει παλεύοντας τη γη. Ομως είναι μια πάλη που θα γεννήσει μια μορφή την οποία δεν μπορείς να την επινοήσεις, παρά μόνο αν δουλεύεις τόσο βαθιά, πιστεύοντας στο περιεχόμενο, όχι σε κάποια ζωγραφική ωραία ή άσχημη» είπε ο ίδιος.

Από «τον» Αντάρτη του 1943, ως «τους» εργάτες αλωνιστικής μηχανής του 1955 και «τους» ψαράδες του 1962,  και τις υφάντρες του Αρχαγγέλου και τις Λιομαζώχτρες της Μαλώνας μεταγενέστερα, ο Σεμερτζίδης αποτύπωνε την αιώνια πάλη του Ανθρώπου που διαπλάθει και τον ίδιο τον άνθρωπο καθώς μετασχημάτιζε τη Φύση, αλλά και αγωνιζόταν για την κοινωνική του απελευθέρωση, αντιστεκόμενος στην αδικία και στην εκμετάλλευση.

Γι’ αυτό τα έργα του είναι συνθέσεις με διαχρονική αξία, και όχι «καλλιγραφίες», όπως θα έλεγε και ο Παρθένης.

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό από αυτή την άποψη είναι το ότι τα πρόσωπα στους πίνακες του Σεμερτζίδη , πέραν ορισμένων ειδικών περιπτώσεων, αναδεικνύουν τα κοινά τους χαρακτηριστικά μέσα από τη συμμετοχή τους ή μη στην κοινή δράση.

Είναι ένα σημείο που απαιτεί την προσοχή μας, καθώς σε πίνακές του, π.χ. στην «Συνέλευση», ή στο «Λαϊκό Δικαστήριο», θα δει κανείς και τον δύσπιστο, τον αδιάφορο, θα δει δηλαδή όλο το ξεδίπλωμα των αντιθέσεων της συγκεκριμένης πραγματικότητας, την οποία ο ζωγράφος ούτε περιγράφει απλώς, ούτε εξιδανικεύει.

Σε αντίστιξη με τον προαναφερθέντα πίνακα του Σουκατζίδη, όπου όλες οι μορφές είναι αποφασισμένες, στην περίπτωση της «Συνεδρίασης» και του «Δικαστηρίου», για τον Σεμερτζίδη , το πρώτο βασικό είναι ότι συμμετέχουν στις διαδικασίες του κινήματος, γεγονός που ανοίγει δρόμο για μεγάλες αλλαγές στην πραγματικότητα, πράγμα στο οποίο ο ζωγράφος θέλει να εξωθήσει.

«Μαζεύτηκαν για να κουβεντιάσουν, δεν ήλθαν να ακούσουν μόνο, άρα έχουν και διαφωνίες. Αυτό μαρτυράει και δείχνει το άλλο πρόσωπο της όλης προσπάθειας στην Κατοχή. Οτι, ναι μεν παλεύουμε, έχουμε εχθρό, αλλά ανοίγουμε και έναν άλλο δρόμο».

Ήταν σαφές ότι το νέο περιεχόμενο απαιτούσε νέα μορφή έκφρασης, πράγμα καθόλου εύκολο, για κάποιον που θέλει να «εκφράσει» , μιας και προϋπόθεση είναι το «χώνεμα» της ιστορικής εμπειρίας, που απαιτεί το δικό του χρόνο.

Ώσπου να τελειώσει ο πόλεμος, με το ντουφέκι και με τις μπογιές ζωγράφιζε και σκιτσάριζε με το μολύβι τη σκληρή ζωή με τους ανθρώπους στο βουνό και τον αγώνα που έκαναν οι αντάρτες. Το πολύτιμο αυτό υλικό αξιοποιήθηκε αργότερα και συνθέσεις με μεγάλες διαστάσεις γέμισαν το εργαστήρι του. Μερικά από τα θέματά του: «Συνεδρίαση αυτοδιοίκησης στ’ Άγραφα», «Λαϊκό δικαστήριο», «Αντάρτης», «Εκτέλεση 1η Μάη 1944», «Μπροστά στο θάνατο», «Θέατρο στο βουνό» (έργα 1944-46), το τελευταίο δημοσιεύτηκε σε εξώφυλλο του περιοδικού «Θέατρο».

Το 1947 παίρνει μέρος στη διεθνή έκθεση Καΐρου, όπως και στις εκθέσεις Ελληνικής Τέχνης που γίνονται στη Σουηδία, Νορβηγία και Δανία.

Τα χρόνια που ακολουθούν είναι χρόνια πλούσια σε εκθέσεις: «Παρνασσός» (1957), Μπιενάλε Αλεξανδρείας και Διεθνής Έκθεση Χαρακτικής Λειψίας (1963),

Επίσης το 1963 συμμετέχει μαζί με 40 συναδέλφους του στην έκθεση Ελληνική Τέχνη στη Μόσχα. Η εμφάνισή του αυτή ανοίγει το δρόμο για μια προσωπική πρόσκληση το 1966 να εκθέσει ατομικά στη Μόσχα και στο Ερμιτάζ του Λένινγκραντ.

Το 1967 παρουσιάστηκε μια κινητή έκθεση από 70 έργα του σ’ όλη τη Σοβιετική Ενωση, χωρίς να παρευρίσκεται ο καλλιτέχνης. Του απαγόρευσε η χούντα να ταξιδέψει στη Σοβιετική Ενωση. Εργα του υπάρχουν στα μουσεία Τασκένδης, Πούσκιν στη Μόσχα και στο Ερμιτάζ του Λένινγκραντ. Με επίσημες προσκλήσεις παρουσίασε έργα του το 1973 στο Λιβόρνο και το 1974 στη Φεράρα. Το 1980 στη Διεθνή Εκθεση Χαρακτικής στο Βερολίνο και την ίδια χρονιά στη Μόσχα. Στις τελευταίες εκθέσεις του στο εξωτερικό όλα τα έργα του ήταν εμπνευσμένα από τη Ρόδο, στη οποίαν έζησε από το 1965 μέχρι το τέλος της ζωής του το 1983. Γι’ αυτή τη δουλιά του, ο διάσημος τεχνοκριτικός Μοροζίνι έγραψε πως «η ζωγραφική του Σεμερτζίδη ήταν ατομική βόμβα για την Ιταλία».

Η Ρόδος άσκησε αμέσως μεγάλη γοητεία στο ζωγράφο (το νησί που τα έχει όλα  και που έχει εδαφική ποικιλία που είναι σαν μουσική ,γράφει κάπου στις σημειώσεις του). Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται κατά κύριο λόγο από την έρευνα, τους πειραματισμούς και την τελειοποίηση μιας νέας τεχνικής της εγχάρακτης ζωγραφικής όπως την ονόμασε ο ίδιος.

Γράφει στο ημερολόγιό του

 << Η Ρόδος μου έδωσε την δυνατότητα να μελετήσω τους ανθρώπους και τη ζωή τους. Στη Ρόδο στο ταπητουργείο της Αρχαγγέλου δούλεψα μια μεγάλη σειρά με υφάντρες. Εδώ ολοκλήρωσα καινούργιες τεχνικές και στη ζωγραφική και στην χαρακτική. Τα χωριά Κρητηνία, Έμπωνα, Αρχάγγελος οι περιοχές Αμάρτου, Σκιαθίου, η περιοχή Λαχανιάς με τους κάμπους και τους λόφους. Ο Αττάβυρος , η Μαλώνα , η παραλία της ,οι ψαράδες , μια σειρά σπιτάκια ,ένα δαχτυλίδι ο κόλπος της θάλασσας. Οι άνθρωποι στην Κρητηνία .Έμπωνα και Λαχανιά μου έδωσαν αφορμές για μια σειρά από συνθέσεις .Τα έργα Πυρρίχειος χορός, Λιομαζώχτρες, Τραβώντας τα δίχτυα, Γης κι ο ήλιος, οι συνθέσεις ενάντια στη διχτατορία .

Η καλλιτεχνική προσφορά του Βάλια Σεμερτζίδη στη Ρόδο είναι μεγάλη. Ολόκληρο το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο στο νησί  μας ήταν  Μουσείο Τέχνης. Σε μια αίθουσά του υπήρχαν  13 έργα του, σε μιαν υπέροχη κλίμακα κι αξιοθαύμαστη στην τεχνική και συνθετική ομορφιά, που ιστορούν τα Δωδεκάνησα. Σε άλλη αίθουσα υπήρχαν πέντε μεγάλα πορτρέτα με προέδρους του Επιμελητηρίου. Και το μεγαλούργημα που έδωσε ο Βάλιας στη Ρόδο είναι μια φρίζα στο Επιμελητήριο, με μάκρος 16 μέτρα κι ύψος ένα μέτρο. Γενικό θέμα της ο άνθρωπος και η δραστηριότητά του στα Δωδεκάνησα. Είναι τεράστια σύνθεση, με 4 μεγάλα έργα, με 40 φιγούρες. Εφτιαξε 500 προσχέδια για να καταλήξει ο καλλιτέχνης στο αποτέλεσμα αυτό  και τα έργα αυτά από τον Ιανουάριο εκτίθενται και παρουσιάζονται στην παρούσα πινακοθήκη, τα οποία  θα μας παρουσιάσει αμέσως μετά η εξαίρετη ζωγράφος Κάτια Παζούρου.

Από τις εκδόσεις «Γκοβόστη», στο παρελθόν, κυκλοφόρησε λεύκωμα όπου δημοσιεύονται 65 χρωματιστά και 45 μαυρόασπρα έργα και μια επιλογή από κριτικές, για τη ζωγραφική και τη χαρακτική του Βάλια, από τον Παπαντωνίου ως τους Ρώσους και Ιταλούς κριτικούς. Χαρακτηριστικό είναι πως οι κριτικές, στο περιεχόμενο και στη μορφή του έργου του, συμπίπτουν από τον Παπαντωνίου ως τους Ρώσους.

«Ο Σεμερτζίδης είναι ένας από τους μεγαλύτερους ρεαλιστές της δημοκρατικής τέχνης», έγραψε ο κορυφαίος Ρώσος ιστορικός της Τέχνης Βαντίμ Πολεβόι, για το λεβέντη ζωγράφο και χαράκτη στην Εθνική Αντίσταση, στο μνημειώδες τρίτομο έργο του «Ιστορία της Ελληνικής Τέχνης», που κυκλοφόρησε στη Ρωσία.

Το έργο του σπουδαίου ζωγράφου της ΕΑΜικής Αντίστασης, στο βουνό, ενταγμένου στο Καλλιτεχνικό Συνεργείο του Γενικού Αρχηγείου του ΕΛΑΣ πρέπει να γνωρίσουν όλες οι γενιές, ακόμα και της ΕΑΜικής Αντίστασης, καθώς -στην πλειοψηφία τους- αγνοούν το έργο του Σεμερτζίδη .

Γιατί; Γιατί η πολιτεία, οι εικαστικοί φορείς της και οι κατεστημένοι τεχνοκριτικοί της «έθαψαν» (κυριολεκτικώς και μεταφορικώς) αυτό το έργο – «ύμνο» παντοτινό, για τα ιδανικά, τον ηρωϊσμό, το μεγαλείο των ένοπλων ή μη, ανώνυμων αγωνιστών και αγωνιστριών στα βουνά, στους κάμπους, στα χωριά, στις πόλεις, του λαογέννητου ΕΑΜ, για τη λευτεριά και την προκοπή του λαού και του τόπου μας, αλλά και για το μεγαλείο της φύσης.

Γιατί εδώ δεν έχουμε μόνο αυτό που θα αποκαλούσαμε κάπως τετριμμένα «έναν μεγάλο ζωγράφο» αλλά κι ένα ηθικό πρότυπο. Ο συνδυασμός των δύο είναι που μετράει και σπανίζει.

Ο Σεμερτζίδης με το χρωστήρα του μίλησε στο τεράστιο έργο του για τη ζωή και τον αγώνα των ανθρώπων  και όπως ο ίδιος αναφέρει στο ημερολόγιό του

Συνταγές για τη μορφή στην τέχνη δεν μπορούν να υπάρξουν, όμως το ότι η τέχνη έχει προορισμό να εκφράζει την αλήθεια, την αγάπη στον άνθρωπο, τη δίχως ενδοιασμούς συμμετοχή στους αγώνες του για ένα καλύτερο αύριο είναι σίγουρο. Έτσι δεν μπορεί να υπάρχει παρά μία και μόνη συνταγή, η τέχνη από τη ζωή και για τη ζωή.

16 Χορός 1 Μάη 1944-1966

ο χορός του Σουκατζίδη

 

 

 

 

17 Ζαλογγος μολυβι 1937

 

 

ο χορός του Ζαλόγγου

 

 

 

 

 

 

 

01 Βράχος στο Αιγάλεω

 

 

ο βράχος

 

 

 

 

 

14 Συνεδρίαση αυτοδιοίκησης Αγραφα 1955

 

 

η συνεδρίαση αυτοδιοίκησης

 

 

 

12 Διαδήλωση χαρακτικό

 

η διαδήλωση

 

 

 

Facebooktwittergoogle_plusredditmailΕπισκεφτείτε τη σελίδα της Ροδιακής επιτροπής Ειρήνης - rodepei.gr
Ροδιακή Επιτροπή Ειρήνης © 2018